Στη σημερινή εποχή ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων αντιμετωπίζουν πολλές μορφές δυσφορίας που τους εμποδίζουν να λειτουργήσουν σε επαγγελματικό ή προσωπικό επίπεδο. Έχουν λοιπόν την ανάγκη να επιλέξουν ένα θεραπευτή που θα τους βοηθήσει να εντοπίσουν τα αίτια της συγκεκριμένης δυσφορίας, να έρθουν αντιμέτωποι μ’ αυτά και να οδηγηθούν σε σταδιακή απαλλαγή μέσω της θεραπείας.
 
Ο θεραπευτής που θα επιλέξουν θα πρέπει να έχει ένα γνήσιο ενδιαφέρον γι’ αυτούς και να τους προσεγγίσει με υπομονή χωρίς να τους επικρίνει. Θα πρέπει να έχει αίσθηση της συνολικής ψυχολογίας του κάθε ασθενούς, η οποία θα βασίζεται κυρίως στην εμπειρία και στη θεωρητική γνώση. Τα δύο τελευταία, παρέχουν στο θεραπευτή τη δυνατότητα να έχει πλούτο εύστοχων και χρήσιμων παρατηρήσεων ανάλογο σε κάθε περίπτωση, όμως η εφαρμογή των ψυχοδιαγνωστικών εννοιών πρέπει να γίνεται με απόλυτη προσοχή γιατί κάθε ασθενής αποτελεί ξεχωριστή οντότητα. Οι γνώσεις που προσφέρει η θεωρία βοηθούν τον θεραπευτή στην επικοινωνία της ενσυναίσθησης με το θεραπευόμενο. Ο θεραπευτής που συνεργάζεται με ασθενείς οποιασδήποτε κατηγορίας (ιδεοψυχαναγκαστικούς, καταθλιπτικούς, υστερικούς κ.ά) θα πρέπει να έχει υιοθετήσει μια στάση συναισθηματικά σταθερή και κυρίως μη επικριτική καθώς η βασική μη επικριτική αποδοχή αποτελεί μια αναγκαία συνθήκη για τη θεραπεία. Αυτό είναι απαραίτητο διότι οι ασθενείς ενδεχομένως να φοβηθούν από μία ενδεχόμενη κριτική και να αρνηθούν την ολοκλήρωση της θεραπείας.
 
Οφείλει όμως να σημειωθεί ότι ο θεραπευτής θα πρέπει να εντοπίσει τις εσωτερικές παρορμήσεις του ασθενούς και να αντιληφθεί αν τα λόγια τους ή οι δηλώσεις τους είναι αληθείς ή μη. Παραδείγματος χάρη πολλοί καταθλιπτικοί προσπαθούν να είναι καλοί για να αποφύγουν την απόρριψη και έγκειται στη θεραπεύτρια να ανακαλύψει τα όρια μεταξύ αλήθειας και ψεύδους.
 
Επιλέγουμε λοιπόν ένα θεραπευτή με ευαισθησίες, με ήρεμη προσέγγιση, με ερευνητικό βλέμμα, ευέλικτο τρόπο προσέγγισης και διαρκή προσπάθεια στήριξης και ανακούφισης.
 
Ο θεραπευόμενος χρειάζεται χρόνο για να εκφραστεί αφενός αλλά και να εσωτερικεύσει την παρουσία του θεραπευτή σαν μια αξιόπιστη και θετική πηγή. Γι’ αυτό το λόγο ο θεραπευτής πρέπει να αφιερώσει μεγάλο χρονικό διάστημα για να αποδείξει ότι δέχεται τον ασθενή έως ότου οι συνειδητές προσδοκίες της απόρριψης που ένας καταθλιπτικός ασθενής βιώνει να διερευνηθούν και να ακυρωθούν. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δε θα πρέπει η σχέση θεραπευτή και θεραπευόμενου να βασίζεται σε απόλυτη ειλικρίνεια και εντιμότητα αμφίδρομα.
 
Άρα καταλήγουμε στο γεγονός ότι η σχέση θεραπευτή – θεραπευόμενου είναι μοναδική καθότι ανάγει το δρόμο για το δεύτερο να αντιμετωπίσει τα προβλήματά του, να αυξήσει την αυτοεκτίμησή του και να ζήσει μια ισορροπημένη πλήρη ζωή.

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη εμπειρία πλοήγησης των χρηστών.
Τα απαραίτητα για τη λειτουργία του ιστοτόπου cookies είναι πάντα ενεργά, ενώ μπορείτε να αλλάξετε τις ρυθμίσεις για τα cookies που αφορούν στη συλλογή στατιστικών ή marketing.